Ο Μύθος του Δράκου-Τύραννου

Από Λιμπερπέδια

Ο Μύθος του Δράκου-Τύραννου

https://archive.ph/6ftw6#selection-27.0-755.525

Nick Bostrom www.nickbostrom.com Journal of Medical Ethics, 2005, Vol. 31, No. 5, pp 273-277 [Επίσης διαθέσιμο ως pdf, mp3] [μεταφράσεις: Κινέζικα, Τσεχικά, Ολλανδικά, Ελληνικά, Φιλανδικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Εβραϊκά, Ιταλικά, Πολωνικά, Ρωσικά, Σέρβικα, Σλοβάκικα, Σλοβένικα, Ισπανικά, Τούρκικα] Μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Βασίλη Μαυρουδή.

Μια φορά κι έναν καιρό, ένας τεράστιος δράκος τυραννούσε την ανθρωπότητα. Ο δράκος ήταν πιο ψηλός κι από την πιο ψηλή εκκλησιά και το σώμα του καλύπτονταν από μαύρες φολίδες. Τα μάτια του έλαμπαν από το μίσος και από τα τρομερά σαγόνια του έτρεχε αδιάκοπα μια απαίσια κιτρινοπράσινη γλίτσα. Ο δράκος απαιτούσε από την ανθρωπότητα έναν φρικιαστικό φόρο αίματος: για να ικανοποιήσει την τεράστια όρεξή του, δέκα χιλιάδες άνδρες και γυναίκες έπρεπε να παραδίδονται κάθε βράδυ μόλις έπεφτε το σκοτάδι, στους πρόποδες του βουνού όπου ζούσε. Μερικές φορές ο δράκος καταβρόχθιζε αυτές τις άτυχες ψυχές κατά την άφιξή τους· κάποιες άλλες φορές τους παγίδευε στο βουνό όπου παράκμαζαν για μήνες ή χρόνια πριν τελικά καταναλωθούν. Η δυστυχία που προκαλούσε ο δράκος ήταν ανυπολόγιστη. Εκτός από τις δέκα χιλιάδες που σφαγιάζονταν φρικτά καθημερινά, υπήρχαν οι μητέρες, οι πατέρες, οι σύζυγοι, οι σύζυγοι, τα παιδιά και οι φίλοι που έμεναν πίσω και θρηνούσαν την απώλεια των αδικοχαμένων αγαπημένων τους. Κάποιοι προσπάθησαν να πολεμήσουν το δράκο. Δύσκολο να πει κανείς αν ήταν γενναίοι ή ανόητοι. Οι ιερείς και οι μάγοι έψαλαν κατάρες, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Πολεμιστές, οπλισμένοι με θάρρος και τα καλύτερα όπλα που μπορούσαν να παράγουν οι σιδηρουργοί, του επιτέθηκαν, αλλά αποτεφρώθηκαν από τη φλόγα του, πριν ακόμα πλησιάσουν αρκετά για να τον χτυπήσουν. Οι χημικοί επινόησαν τοξικά ροφήματα και ξεγέλασαν το δράκο ώστε να τα καταπιεί, αλλά το μόνο εμφανές αποτέλεσμα ήταν να διεγείρουν ακόμη περισσότερο την όρεξή του. Τα νύχια, τα σαγόνια και η φωτιά του ήταν τόσο αποτελεσματικά, η φολιδωτή πανοπλία του τόσο αδιάτρητη, και το σώμα του τόσο στιβαρό, που τον έκαναν απόρθητο σε κάθε ανθρώπινη επίθεση. Βλέποντας ότι ήταν αδύνατο να νικήσουν τον τύραννο, οι άνθρωποι δεν είχαν άλλη επιλογή από το να υπακούουν στις εντολές του και να συνεχίσουν να αποδίδουν τον αποτρόπαιο αυτό φόρο τιμής. Για τη θυσία, επιλέγονταν ήταν πάντα οι γηραιότεροι. Αν και ήταν το ίδιο δραστήριοι και υγιείς με τους νέους (και ορισμένες φορές σοφότεροι) είχαν τουλάχιστον απολαύσει λίγες δεκαετίες ζωής. Οι πλούσιοι, κάποιες φορές, κατάφερναν να πάρουν μια σύντομη παράταση δωροδοκώντας τους κλητήρες, αλλά σύμφωνα με το σύνταγμα, κανείς, δεν μπορούσε να αναβάλει τη σειρά του επ’ αόριστον, ούτε καν ο ίδιος ο βασιλιάς. Οι πνευματικοί παρηγορούσαν εκείνους που φοβούνταν να φαγωθούν από το δράκο (δηλαδή σχεδόν όλοι, αν και πολλοί το αρνούνταν δημοσίως) υποσχόμενοι μια άλλη ζωή μετά το θάνατο, μια ζωή που θα ήταν απαλλαγμένη από τη μάστιγα των δράκων. Άλλοι ρήτορες υποστήριξαν ότι ο δράκος έχει τη θέση του στη φυσική τάξη και ηθικό δικαίωμα να τραφεί. Είπαν ότι το να καταλήξεις στο στομάχι του δράκου ήταν μέρος της έννοιας του να είσαι άνθρωπος. Άλλοι υποστήριζαν ακόμα ότι ο δράκος ήταν χρήσιμος για το ανθρώπινο είδος καθώς περιόριζε τον πληθυσμό. Είναι άγνωστο σε ποιο βαθμό αυτά τα επιχειρήματα κατάφερναν να πείσουν τους φοβισμένους. Οι περισσότεροι άνθρωποι απλά προσπαθούσαν να επιβιώσουν χωρίς να σκέφτονται το ζοφερό τέλος που τους περίμενε. Αυτή η απελπιστική κατάσταση συνεχίστηκε για πολλούς αιώνες. Κανείς δεν γνώριζε πλέον το συνολικό αριθμό των νεκρών, ούτε των δακρύων όσων είχαν μείνει πίσω. Οι προσδοκίες είχαν σταδιακά προσαρμοστεί και ο δράκος-τύραννος είχε γίνει ένα γεγονός της ζωής. Ήταν τόσο ξεκάθαρα μάταιο να αντισταθούν, που οι προσπάθειες να σκοτώσουν τον δράκο είχαν πλέον σταματήσει εντελώς. Αντίθετα, οι προσπάθειες είχαν τώρα επικεντρωθεί στον κατευνασμό του. Ο δράκος έκανε περιστασιακά επιδρομές στις πόλεις, αλλά διαπιστώθηκε ότι η συνεπής παράδοση στο βουνό των ζωών που απαιτούσε, μείωνε τη συχνότητα των εισβολών. Γνωρίζοντας ότι η σειρά τους να γίνουν «δρακοτροφή» θα ερχόταν, οι άνθρωποι άρχισαν να κάνουν παιδιά νωρίτερα και συχνότερα. Δεν ήταν ασυνήθιστο ένα κορίτσι να μένει έγκυος πριν από τα δέκατα έκτα γενέθλιά του. Τα ζευγάρια συχνά έκαναν μια ντουζίνα παιδιά. Έτσι, ο πληθυσμός δεν συρρικνώνονταν και ο δράκος δεν πεινούσε. Κατά τη διάρκεια αυτών των αιώνων, ο καλοταϊσμένος δράκος, μεγάλωνε αργά αλλά σταθερά. Ήταν πλέον σχεδόν το ίδιο μεγάλος με το βουνό όπου ζούσε και η όρεξή του είχε αυξηθεί αναλογικά. Τα δέκα χιλιάδες ανθρώπινα σώματα δεν αρκούσαν πλέον για να γεμίσουν την κοιλιά του. Πλέον ογδόντα χιλιάδες έπρεπε να παραδίδονται στους πρόποδες του βουνού κάθε βράδυ κατά τη δύση. Αυτό που απασχολούσε το βασιλιά περισσότερο από τους θανάτους και τον ίδιο τον δράκο ήταν η υλικοτεχνική υποστήριξη της συλλογής και μεταφοράς τόσων πολλών ανθρώπων στο βουνό καθημερινά. Αυτό δεν ήταν ένα εύκολο έργο. Για να διευκολυνθεί η διαδικασία, ο βασιλιάς είχε κατασκευάσει μια σιδηροδρομική γραμμή: δύο ευθείες γραμμές από λαμπερό χάλυβα εκτείνονταν προς στην φωλιά του δράκου. Κάθε είκοσι λεπτά, ένα τρένο έφτανε στον τερματικό σταθμό του βουνού γεμάτο κόσμο, και επέστρεφε άδειο. Τις φεγγαρόφωτες νύχτες, εάν υπήρχαν παράθυρα για να βγάλουν οι επιβάτες του τρένου τα κεφάλια τους, θα έβλεπαν τις σιλουέτες του δράκου και του βουνού, μαζί με δύο λαμπερά κόκκινα μάτια, να δείχνουν το δρόμο προς τον αφανισμό σαν γιγαντιαίοι φάροι. Για τη διαχείριση των θεμάτων που αφορούσαν τη θυσία, ο βασιλιάς απασχολούσε μεγάλο αριθμό υπαλλήλων. Υπήρχαν καταχωρητές που παρακολουθούσαν ποιος είχε σειρά να σταλεί στο δράκο. Υπήρχαν συλλέκτες ανθρώπων που περιόδευαν με ειδικά κάρα για να μαζέψουν όσους ήταν στη λίστα. Ταξιδεύοντας συχνά με ιλιγγιώδη ταχύτητα, παρέδιδαν φορτίο τους είτε στο σιδηροδρομικό σταθμό είτε απευθείας στο βουνό. Υπήρχαν λογιστές που διαχειρίζονταν τις συντάξεις που καταβάλλονταν στις αποδεκατισμένες οικογένειες που δεν ήταν πλέον σε θέση να συντηρηθούν. Υπήρχαν «παρηγορητές» που συνόδευαν τους καταδικασμένους στο δρόμο προς το δράκο, προσπαθώντας να απαλύνουν την αγωνία τους με αλκοόλ και ναρκωτικά. Επιπλέον, ένα κλιμάκιο «δρακολόγων» μελετούσαν πώς αυτές οι διαδικασίες θα μπορούσαν να γίνουν πιο αποτελεσματικές. Μερικοί «δρακολόγοι» διεξήγαγαν μελέτες για τη φυσιολογία και τη συμπεριφορά του δράκου, και συνέλεγαν δείγματα – τις φολίδες του, τη γλίτσα του, τα χαμένα δόντια και τα περιττώματά του, αναμεμειγμένα με θραύσματα ανθρώπινων οστών. Όλα αυτά τα αντικείμενα ήταν επιμελώς καταγεγραμμένα και αρχειοθετημένα. Όσο περισσότερα μάθαιναν για το θηρίο, τόσο περισσότερο επιβεβαιωνόταν η γενική αντίληψη ότι ήταν αδύνατο να ηττηθεί. Συγκριμένα, οι μαύρες φολίδες του ήταν πιο σκληρές από οποιοδήποτε υλικό γνωστό στον άνθρωπο, και συνεπώς ακόμα και το να προξενήσουν μια γρατζουνιά στην πανοπλία του έμοιαζε αδύνατο. Για να χρηματοδοτήσει όλες αυτές τις δραστηριότητες, ο βασιλιάς επέβαλε βαριούς φόρους στο λαό του. Οι δαπάνες που σχετίζονται με δράκους, ήδη αντιπροσώπευαν το ένα έβδομο της οικονομίας, και αυξάνονταν ταχύτερα ακόμη και από τον δράκο. Ο άνθρωπος είναι ένα περίεργο είδος. Κάθε τόσο, κάποιος έχει μια καλή ιδέα. Κάποιοι άλλοι αντιγράφουν την ιδέα, προσθέτοντας σε αυτήν τις δικές τους βελτιώσεις. Έτσι, με την πάροδο του χρόνου, αναπτύσσονται πολλά θαυμαστά εργαλεία και συστήματα. Μερικές από αυτές τις συσκευές – αριθμομηχανές, θερμόμετρα, μικροσκόπια και τα γυάλινα φιαλίδια που χρησιμοποιούν οι χημικοί για να βράζουν και να αποστάζουν υγρά – χρησιμεύουν για να διευκολύνουν τη δημιουργία και τον πειραματισμό σε νέες ιδέες, συμπεριλαμβανομένων και ιδεών που επιταχύνουν τη διαδικασία παραγωγής ιδεών. Έτσι, ο μεγάλος τροχός των εφευρέσεων, ο οποίος γύριζε με έναν ανεπαίσθητα αργό ρυθμό παλιότερα, άρχισε σταδιακά να επιταχύνεται. Οι σοφοί είχαν προβλέψει ότι θα ερχόταν μια μέρα που η τεχνολογία θα επέτρεπε στους ανθρώπους να πετάξουν και να κάνουν πολλά άλλα εκπληκτικά πράγματα. Ένας από τους σοφούς, για τον οποίο έτρεφαν μεγάλη εκτίμηση μερικοί από τους συναδέλφους του, του οποίου όμως οι εκκεντρικοί τρόποι τον είχαν κάνει κοινωνικό απόκληρο και ερημίτη, έφτασε στο σημείο να προβλέψει ότι η τεχνολογία θα επέτρεπε τελικά την κατασκευή μίας συσκευής που θα μπορούσε να σκοτώσει τον δράκο-τύραννο. Ωστόσο οι λόγιοι του βασιλιά, απέρριψαν αυτές τις ιδέες. Είπαν ότι οι άνθρωποι ήταν πολύ βαριοί για να πετάξουν και άλλωστε δεν είχαν φτερά. Όσο για την απίθανη ιδέα ότι ο δράκος-τύραννος θα μπορούσε να σκοτωθεί, τα ιστορικά βιβλία διηγούνταν εκατοντάδες προσπάθειες να γίνει ακριβώς αυτό, και καμία από τις οποίες δεν ήταν επιτυχής. «Όλοι γνωρίζουμε ότι αυτός ο άνθρωπος είχε κάποιες ανεύθυνες ιδέες» έγραψε αργότερα ένας λόγιος στη νεκρολογία για το μοναχικό σοφό (ο ίδιος ο σοφός στο μεταξύ είχε σταλεί για να καταβροχθιστεί από το θηρίο του οποίου τον θάνατο είχε προαναγγείλει) «αλλά τα γραπτά του ήταν αρκετά διασκεδαστικά και ίσως θα έπρεπε να είμαστε ευγνώμονες στο δράκο που κατέστησε δυνατό αυτό το ενδιαφέρον είδος δρακοφοβικής λογοτεχνίας που αποκαλύπτει τόσα πολλά για την κουλτούρα του φόβου!» Στο μεταξύ, ο τροχός των εφευρέσεων συνέχιζε να γυρίζει. Μερικές δεκαετίες αργότερα, οι άνθρωποι όντως πέταξαν και κατάφεραν πολλά άλλα εκπληκτικά πράγματα. Μερικοί ριζοσπαστικοί δρακολόγοι άρχισαν να επιχειρηματολογούν για μια νέα επίθεση στον δράκο-τύραννο. Η θανάτωση του δράκου δεν θα ήταν εύκολη, είπαν, αλλά αν μπορούσε να εφευρεθεί κάποιο υλικό σκληρότερο από την πανοπλία του δράκου, και αν αυτό το υλικό μπορούσε να σμιλευθεί σε κάποιου είδους βλήμα, τότε ίσως ήταν δυνατό. Αρχικά, οι ιδέες των ριζοσπαστικών απορρίφθηκαν από τους δρακολόγους συναδέλφους τους με το σκεπτικό ότι κανένα γνωστό υλικό δεν ήταν σκληρότερο από τις φολίδες του δράκου. Αφού όμως εργάστηκε στο πρόβλημα για πολλά χρόνια, ένας από τους αυτούς κατάφερε να αποδείξει οι φολίδες μπορούσαν να τρυπηθούν από ένα αντικείμενο κατασκευασμένο από ένα συγκεκριμένο συνθετικό υλικό. Πολλοί δρακολόγοι που προηγουμένως ήταν σκεπτικοί τώρα συντάχθηκαν με τους ριζοσπαστικούς. Οι μηχανικοί επιβεβαίωσαν ότι ένα τεράστιο βλήμα από αυτό το υλικό θα μπορούσε να κατασκευαστεί και να εκτοξευθεί με αρκετή δύναμη ώστε να διαπεράσει την πανοπλία του δράκου. Ωστόσο, η κατασκευή της απαιτούμενης ποσότητας συνθετικού υλικού ήταν ιδιαίτερα δαπανηρή. Μια ομάδα αρκετών επιφανών μηχανικών και δρακολόγων έστειλαν αίτηση στο βασιλιά ζητώντας χρηματοδότηση για την κατασκευή του βλήματος. Όμως, την εποχή που εστάλη η αίτηση, ο βασιλιάς ήταν απασχολημένος καθώς οδηγούσε το στρατό του σε πόλεμο εναντίον μιας τίγρης. Η τίγρη είχε σκοτώσει έναν αγρότη και στη συνέχεια εξαφανίστηκε στη ζούγκλα. Υπήρχε ο γενικευμένος φόβος στην ύπαιθρο ότι η τίγρη θα μπορούσε να εμφανιστεί και να χτυπήσει ξανά. Ο βασιλιάς περικύκλωσε τη ζούγκλα και διέταξε τα στρατεύματά του να αρχίσουν να τη διασχίζουν. Στο τέλος της εκστρατείας, ο βασιλιάς ανακοίνωσε ότι και οι 163 τίγρεις που βρίσκονταν στη ζούγκλα, συμπεριλαμβανομένης πιθανώς και της δολοφονικής, είχαν κυνηγηθεί και σκοτωθεί. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της αναταραχής του πολέμου, η αίτηση χάθηκε ή ξεχάστηκε. Ως εκ τούτου, οι αιτούντες έκαναν νέα προσφυγή. Αυτή τη φορά έλαβαν μια απάντηση από έναν από τους γραμματείς του βασιλιά λέγοντας ότι ο βασιλιάς θα εξετάσει το αίτημά τους αφού τελειώσει την αναθεώρηση του ετήσιου προϋπολογισμού της διοίκησης δράκων. Ο φετινός προϋπολογισμός ήταν ο μεγαλύτερος μέχρι σήμερα και περιελάβανε χρηματοδότηση για μια νέα σιδηροδρομική γραμμή προς το βουνό. Μια δεύτερη διαδρομή κρίθηκε απαραίτητη, καθώς η αρχική διαδρομή δεν μπορούσε πλέον να υποστηρίξει την αυξανόμενη κυκλοφορία. (Ο φόρος τιμής που απαιτούσε ο δράκος-τύραννος είχε αυξηθεί σε εκατό χιλιάδες ανθρώπους που παραδίδονταν στους πρόποδες του βουνού κάθε βράδυ μόλις έπεφτε το σκοτάδι.) Ωστόσο, όταν ο προϋπολογισμός τελικά εγκρίθηκε, υπήρχαν αναφορές ότι ένα χωριό σε ένα απομακρυσμένο μέρος της χώρας υπέφερε από εισβολή κροταλιών. Ο βασιλιάς έπρεπε να φύγει επειγόντως για να κινητοποιήσει το στρατό του και να αντιμετωπίσει αυτή τη νέα απειλή. Η έφεση των δρακομάχων αποθετήθηκε σε ένα σκονισμένο ντουλάπι στο υπόγειο του κάστρου. Οι δρακομάχοι συναντήθηκαν ξανά για να αποφασίσουν τι έπρεπε να κάνουν. Η συζήτηση ήταν έντονη και συνεχίστηκε μέχρι αργά τη νύχτα. Ήταν σχεδόν ξημέρωμα όταν τελικά αποφάσισαν να εμπλέξουν το λαό. Τις επόμενες εβδομάδες, ταξίδεψαν σε όλη τη χώρα, οργάνωσαν ομιλίες και εξήγησαν την πρότασή τους σε όποιον ενδιαφερόταν να ακούσει. Στην αρχή, οι άνθρωποι ήταν επιφυλακτικοί. Είχαν διδαχθεί στο σχολείο ότι ο δράκος- τύραννος ήταν ανίκητος και ότι οι θυσίες που απαιτούσε έπρεπε να γίνουν αποδεκτές ως αναπόσπαστο μέρος της ζωής. Ωστόσο, όταν έμαθαν για το νέο συνθετικό υλικό και για τα σχέδια για το βλήμα, πολλοί έδειξαν ενδιαφέρον. Όλο και περισσότεροι πολίτες άρχισαν να πηγαίνουν στις ομιλίες των δρακομάχων. Ακτιβιστές άρχισαν να διοργανώνουν συλλαλητήρια υπέρ της πρότασης. Όταν ο βασιλιάς διάβασε για αυτές τις συναντήσεις στην εφημερίδα, κάλεσε τους συμβούλους του και τους ρώτησε τι πιστεύουν. Αυτοί, τον ενημέρωσαν για τις αιτήσεις, αλλά του είπαν ότι οι δρακομάχοι ήταν ταραχοποιοί των οποίων η ρητορική δημιουργούσε αναταραχές. Ήταν πολύ καλύτερο για την κοινωνική ειρήνη, είπαν, ο λαός να αποδεχθεί την αναπόφευκτη του θυσία στον δράκο-τύραννο. Η διεύθυνση που διαχειριζόταν τα θέματα του δράκου δημιουργούσε πολλές θέσεις εργασίας που θα χάνονταν αν ο δράκος σφαγιαζόταν. Δεν ήταν άλλωστε ξεκάθαρο το κοινωνικό όφελος που θα αποκόμιζαν από το θάνατο του δράκου. Σε κάθε περίπτωση, τα ταμεία του βασιλιά ήταν επί του παρόντος σχεδόν άδεια μετά τις δύο στρατιωτικές εκστρατείες και τη χρηματοδότηση της δεύτερης σιδηροδρομικής γραμμής. Ο βασιλιάς, ο οποίος εκείνη την εποχή απολάμβανε μεγάλη δημοτικότητα (επειδή είχε εξοντώσει τους κροταλίες) άκουσε τα επιχειρήματα των συμβούλων του, αλλά ανησυχούσε ότι θα έχανε μέρος του λαϊκού του ερείσματος εάν εμφανίζονταν να αγνοεί την αίτηση των δρακομάχων. Ως εκ τούτου, αποφάσισε να διεξαγάγει μία ανοικτή συζήτηση. Κορυφαίοι δρακολόγοι, υπουργοί και ενδιαφερόμενοι πολίτες κλήθηκαν να παραστούν. Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε την πιο σκοτεινή μέρα του χρόνου, λίγο πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων, στη μεγαλύτερη αίθουσα του βασιλικού κάστρου. Η αίθουσα ήταν γεμάτη μέχρι την τελευταία θέση και ο κόσμος συνωστιζόταν στους διαδρόμους. Στην ατμόσφαιρα υπέβοσκε μία ένταση που συνήθως υπήρχε στις σημαντικές συνεδριάσεις σε καιρό πολέμου. Αφού ο βασιλιάς τους καλωσόρισε όλους, έδωσε το λόγο στον κορυφαίο επιστήμονα, που είχε κάνει την πρόταση για την εξόντωση του δράκου, μια γυναίκα με σοβαρή, σχεδόν αυστηρή έκφραση στο πρόσωπό της. Αυτή, εξήγησε με σαφή γλώσσα πώς θα λειτουργούσε η προτεινόμενη συσκευή και πώς θα μπορούσε να κατασκευαστεί η απαιτούμενη ποσότητα του συνθετικού υλικού. Δεδομένου του αιτούμενου ποσού χρηματοδότησης, οι εργασίες θα ολοκληρώνονταν σε δεκαπέντε με είκοσι χρόνια. Εάν όμως το ποσό χρηματοδότησης ήταν ακόμη μεγαλύτερο, θα γινόταν σε μόλις δώδεκα χρόνια. Ωστόσο, δεν υπήρχε απόλυτη εγγύηση ότι θα λειτουργούσε. Το πλήθος παρακολούθησε την παρουσίασή της με προσοχή. Ο επόμενος ομιλητής ήταν ο κύριος σύμβουλος του βασιλιά σε θέματα ηθικής, ένας άνθρωπος με βροντερή φωνή που γέμιζε ολόκληρο το αμφιθέατρο: «Ας δεχθούμε ότι αυτή η γυναίκα έχει δίκιο σε ό,τι αφορά το επιστημονικό μέρος και ότι το έργο είναι τεχνολογικά εφικτό, αν και δεν νομίζω ότι αυτό έχει όντως αποδειχθεί. Επιθυμεί τώρα να ξεφορτωθούμε τον δράκο. Προφανώς, νομίζοντας πως έχει το δικαίωμα να μην τη μασήσει ο δράκος. Πόσο ξεροκέφαλη και αλαζονική. Η περατότητα της ανθρώπινης ζωής είναι ευλογία για το άτομο, είτε το ξέρει είτε όχι. Το να ξεφορτωθούμε τον δράκο, που ίσως να φαίνεται βολικό, θα υπονόμευε την ανθρώπινη αξιοπρέπειά μας. Η ενασχόληση με τη θανάτωση του δράκου θα μας εκτρέψει από το να κατακτήσουμε τους στόχους στους οποίου η ζωή μας κατευθύνει φυσικά· από το να ζούμε καλά, στο απλώς να επιβιώνουμε. Είναι υποτιμητικό, ναι υποτιμητικό, ένα άτομο να θέλει να συνεχίσει τη αδιάφορη ζωή του για όσο το δυνατόν περισσότερο χωρίς να ανησυχεί για μερικά από τα βαθύτερα ερωτήματα για το σκοπό της ύπαρξης. Αλλά σας το ξεκαθαρίζω, πως η φύση του δράκου είναι να τρώει ανθρώπους, και η φύση του είδους μας εκπληρώνεται πραγματικά και ευγενώς μόνο όταν φαγωνόμαστε από τον δράκο...» Το κοινό άκουσε με σεβασμό τον εξαιρετικά διακεκριμένο ομιλητή. Οι φράσεις ήταν τόσο εύγλωττες που ήταν δύσκολο να αντισταθεί κανείς στην αίσθηση ότι κάποιες βαθιές σκέψεις πρέπει να κρύβονται πίσω τους, αν και κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει ακριβώς ποιες. Σίγουρα, τα λόγια που προέρχονταν από έναν τόσο διακεκριμένο έμπιστο του βασιλιά θα έπρεπε να έχουν βαθιά ουσία. Ο επόμενος ομιλητής ήταν ένας πνευματικός σοφός που ήταν ευρέως σεβαστός για την καλοσύνη και την ευγένεια του καθώς και για την αφοσίωσή του. Καθώς ανέβηκε στο βάθρο, ένα μικρό αγόρι φώναξε από το κοινό: «Ο δράκος είναι κακός!» Οι γονείς του αγοριού κοκκίνησαν, έκαναν το παιδί να σωπάσει και άρχισαν να το επιπλήττουν. Αλλά ο σοφός είπε, «Αφήστε το αγόρι να μιλήσει. Είναι μάλλον σοφότερος από έναν ανόητο γέρο σαν εμένα.» Στην αρχή, το αγόρι ήταν πολύ φοβισμένο και μπερδεμένο για να κινηθεί. Αλλά όταν είδε το αληθινά φιλικό χαμόγελο στο πρόσωπο του σοφού και το προτεταμένο του χέρι, το πήρε υπάκουα και ακολούθησε το σοφό μέχρι το βάθρο. «Τώρα, υπάρχει ένα γενναίος ανθρωπάκος», είπε ο σοφός. «Φοβάσαι τον δράκο;» «Θέλω πίσω τη γιαγιά μου», είπε το αγόρι. «Πήρε ο δράκος τη γιαγιά σου;» «Ναι», είπε το αγόρι, με δάκρυα στα μεγάλα φοβισμένα μάτια του. «Η γιαγιά υποσχέθηκε ότι θα μου μάθαινε πώς να ψήνω μελομακάρονα για τα Χριστούγεννα. Είπε ότι θα φτιάξουμε ένα μικρό σπίτι από μελόπιτες και μελανθρώπους που θα ζούσαν σε αυτό. Μετά ήρθαν αυτοί οι άνθρωποι με τα άσπρα ρούχα και πήγαν τη γιαγιά στο δράκο... Ο δράκος είναι κακός και τρώει τους ανθρώπους... Θέλω πίσω τη γιαγιά μου!» Σε αυτό το σημείο το παιδί έκλαιγε τόσο δυνατά που ο σοφός αναγκάστηκε να το επιστρέψει στους γονείς του. Υπήρξαν αρκετοί άλλοι ομιλητές εκείνο το βράδυ, αλλά η απλή μαρτυρία του παιδιού είχε «σπάσει» τη ρητορική που οι υπουργοί του βασιλιά είχαν προσπαθήσει να προωθήσουν. Ο λαός υποστήριζε τους δρακομάχους, και μέχρι το τέλος της βραδιάς ακόμη και ο βασιλιάς είχε ενστερνιστεί τη λογική και την ανθρωπιά του σκοπού τους. Στην τελική του δήλωση, είπε απλά: «Ας το κάνουμε!» Καθώς διαδόθηκαν τα νέα, εορτασμοί ξέσπασαν στους δρόμους. Εκείνοι που έκαναν εκστρατεία για τους δρακομάχους ήπιαν εις υγεία των συντρόφων τους και στο μέλλον της ανθρωπότητας. Το επόμενο πρωί, ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι ξύπνησαν και συνειδητοποίησαν ότι η σειρά τους να σταλούν στο δράκο θα ερχόταν πριν ολοκληρωθεί το βλήμα. Ήταν μία κρίσιμη στιγμή. Ενώ πριν, η ενεργός υποστήριξη στο σκοπό των δρακομάχων είχε περιοριστεί σε μια μικρή ομάδα οραματιστών, τώρα έγινε η νούμερο ένα προτεραιότητα και ανησυχία στο μυαλό όλων. Η αφηρημένη έννοια της «γενικής βούλησης» είχε γίνει πλέον απτή και συγκεκριμένη. Μαζικές συγκεντρώσεις συνέλεγαν χρήματα για την κατασκευή των βλημάτων και προέτρεπαν το βασιλιά να αυξήσει το επίπεδο κρατικής επιχορήγησης. Ο βασιλιάς απάντησε σε αυτές τις εκκλήσεις. Στην ομιλία του για το νέο έτος, ανακοίνωσε ότι θα περάσει ένα επιπλέον νομοσχέδιο πιστώσεων για τη στήριξη του έργου με ένα υψηλό επίπεδο χρηματοδότησης. Επιπλέον, θα πουλούσε το καλοκαιρινό του κάστρο και μέρος της γης του και θα έκανε μια μεγάλη προσωπική δωρεά. «Πιστεύω ότι αυτό το έθνος πρέπει να δεσμευτεί για την απελευθέρωση του κόσμου από την αρχαία μάστιγα του δράκου-τύραννου, πριν το πέρας αυτής της δεκαετίας.» Έτσι ξεκίνησε ένας μεγάλος τεχνολογικός αγώνας ενάντια στο χρόνο. Η ιδέα του βλήματος κατά του δράκου ήταν απλή, αλλά για να γίνει πραγματικότητα απαιτούσε λύσεις σε χίλια μικρότερα τεχνικά προβλήματα, καθένα από τα οποία απαιτούσε δεκάδες χρονοβόρα βήματα και αποτυχίες. Δοκιμαστικοί πύραυλοι εκτοξεύτηκαν, αλλά είτε έπεσαν άχρηστοι στο έδαφος είτε πήραν λάθος κατεύθυνση. Σε ένα τραγικό δυστύχημα, ένας «ξέμπαρκος» πύραυλος κατέληξε σε ένα νοσοκομείο και σκότωσε αρκετές εκατοντάδες ασθενείς και προσωπικό. Αλλά λόγω της σημαντικότητας του σκοπού, οι δοκιμές συνεχίστηκαν κανονικά ακόμα και καθώς τα πτώματα ξεθάβονταν από τα συντρίμμια. Παρά την σχεδόν απεριόριστη χρηματοδότηση και την αδιάκοπη εργασία των τεχνικών, η προθεσμία του βασιλιά δεν μπορούσε να τηρηθεί. Η δεκαετία ολοκληρώθηκε και ο δράκος ήταν ακόμα ζωντανός και απόλυτα υγιής. Αλλά η ώρα πλησίαζε. Ένας πρωτότυπος πύραυλος είχε ήδη δοκιμαστεί επιτυχώς. Η παραγωγή του πυρήνα, κατασκευασμένου από το ακριβό συνθετικό υλικό, ήταν εντός χρονοδιαγράμματος και θα συνέπεφτε με την ολοκλήρωση του πλήρως δοκιμασμένου και εκσφαλματωμένου πυραύλου στον οποίο επρόκειτο να φορτωθεί. Η ημερομηνία έναρξης ορίστηκε για την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του επόμενου έτους, ακριβώς δώδεκα χρόνια μετά την επίσημη έναρξη του έργου. Το χριστουγεννιάτικο δώρο με τις μεγαλύτερες πωλήσεις εκείνη τη χρονιά ήταν ένα ημερολόγιο που μετρούσε αντίστροφα τις μέρες μέχρι το μηδέν, τα έσοδα διατέθηκαν για την κατασκευή των βλημάτων. Ο βασιλιάς είχε και αυτός αφήσει πίσω του τον προηγούμενο επιπόλαιο και απερίσκεπτο εαυτό του. Πλέον περνούσε όσο περισσότερο χρόνο μπορούσε στα εργαστήρια και τα εργοστάσια παραγωγής, ενθαρρύνοντας τους εργαζόμενους και επαινώντας τον κόπο τους. Μερικές φορές έφερνε μαζί του έναν υπνόσακο και περνούσε τη νύχτα σε ένα από τους ορόφους με τις θορυβώδεις μηχανές. Επιπλέον μελέτησε και προσπάθησε να κατανοήσει τις τεχνικές πτυχές της δουλειάς. Ωστόσο, περιορίστηκε στην παροχή ηθικής υποστήριξης και απέφυγε να ανακατευτεί σε τεχνικά και διοικητικά θέματα. Επτά ημέρες πριν από το νέο έτος, η γυναίκα που είχε πρωτοστατήσει στην έναρξη του έργου σχεδόν δώδεκα χρόνια πριν, πλέον διευθύνων σύμβουλός, ήρθε στο βασιλικό κάστρο και ζήτησε μία επείγουσα ακρόαση με το βασιλιά. Όταν ο βασιλιάς πήρε το σημείωμά της, απολογήθηκε στους ξένους αξιωματούχους τους οποίους ψυχαγωγούσε απρόθυμα στο ετήσιο χριστουγεννιάτικο δείπνο και έσπευσε στο ιδιωτικό δωμάτιο όπου περίμενε η επιστήμονας. Όπως πάντα τώρα τελευταία, φαινόταν χλωμή και καταπονημένη από τις πολλές ώρες εργασίας. Ωστόσο, απόψε ο βασιλιάς νόμισε πως μπορούσε να διακρίνει μια αχτίδα ανακούφισης και ικανοποίησης στα μάτια της. Του είπε ότι ο πύραυλος είχε ολοκληρωθεί, ο πυρήνας είχε φορτωθεί, όλα είχαν τριπλοτσεκαριστεί και ήταν έτοιμοι για εκτόξευση μόλις ο βασιλιάς έδινε το τελικό πράσινο φως. Ο βασιλιάς βυθίστηκε σε μια πολυθρόνα και έκλεισε τα μάτια του. Σκεφτόταν πολύ. Με την εκτόξευση του βλήματος απόψε, μια εβδομάδα νωρίτερα, θα σωθούν επτακόσιες χιλιάδες άνθρωποι. Ωστόσο, αν κάτι πήγαινε στραβά, αν αστοχούσε και χτυπούσε το βουνό, θα ήταν καταστροφή. Ένας νέος πυρήνας θα έπρεπε να κατασκευαστεί από το μηδέν και το έργο θα πήγαινε πίσω για περίπου τέσσερα χρόνια. Καθόταν εκεί, σιωπηλός, μία σχεδόν ώρα. Μόλις η επιστήμονας πείστηκε ότι ο βασιλιάς αποκοιμήθηκε, άνοιξε τα μάτια του και είπε με σταθερή φωνή: «Όχι, θέλω να επιστρέψετε αμέσως στο εργαστήριο. Θέλω να ελέγξετε και μετά να τα ξαναελέγξετε όλα.» Η επιστήμονας δεν μπόρεσε να συγκρατήσει έναν αναστεναγμό, αλλά έγνευσε καταφατικά και έφυγε. Η τελευταία μέρα του χρόνου ήταν κρύα και συννεφιασμένη, αλλά χωρίς άνεμο, πράγμα που συνεπαγόταν καλές συνθήκες εκτόξευσης. Ο ήλιος έδυε. Οι τεχνικοί τριγυρνούσαν κάνοντας τις τελικές προσαρμογές και τσεκάροντας τα πάντα για μία τελευταία φορά. Ο βασιλιάς και οι στενότεροι σύμβουλοί του παρατηρούσαν από μια πλατφόρμα κοντά την εξέδρα εκτόξευσης. Μακρύτερα, πίσω από ένα φράχτη, μεγάλος αριθμός κόσμου είχε συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσει το μεγάλο γεγονός. Ένα μεγάλο ρολόι έδειχνε την αντίστροφη μέτρηση: πενήντα λεπτά ακόμα. Ένας σύμβουλος χτύπησε τον βασιλιά στον ώμο και έστρεψε την προσοχή του στο φράχτη. Υπήρχε κάποια αναταραχή. Από ό,τι φαινόταν, κάποιος πήδηξε το φράχτη και έτρεχε προς την αποβάθρα όπου καθόταν ο βασιλιάς. Η ασφάλεια γρήγορα τον πρόφτασε. Τον έδεσαν με χειροπέδες και τον απομάκρυναν. Ο βασιλιάς έστρεψε την προσοχή του ξανά στην εξέδρα εκτόξευσης και στο βουνό πίσω της. Μπροστά του, μπορούσε να δει το σκοτεινό προφίλ του σκυμμένου δράκου. Έτρωγε. Περίπου είκοσι λεπτά αργότερα, ο βασιλιάς εξεπλάγη όταν είδε τον άνδρα με χειροπέδες να εμφανίζεται ξανά σε μικρή απόσταση από την πλατφόρμα. Η μύτη του αιμορραγούσε και συνοδευόταν από δύο φύλακες ασφαλείας. Ο άνθρωπος φαινόταν να είναι σε φρενήρη κατάσταση. Όταν εντόπισε τον βασιλιά, άρχισε να φωνάζει με όλη του τη δύναμη: «Το τελευταίο τρένο! Το τελευταίο τρένο! Σταμάτα το τελευταίο τρένο!» «Ποιος είναι αυτός ο νεαρός;» είπε ο βασιλιάς. «Το πρόσωπό του είναι οικείο, αλλά δεν μπορώ να το προσδιορίσω παραπάνω. Τι θέλει; Αφήστε τον να πλησιάσει.» Ο νεαρός άνδρας ήταν υπάλληλος στο υπουργείο μεταφορών και ο λόγος της φρενίτιδας του ήταν ότι είχε μάθει πως ο πατέρας του ήταν στο τελευταίο τρένο για το βουνό. Ο βασιλιάς διέταξε το τρένο να συνεχίσει κανονικά, φοβούμενος πως οποιαδήποτε διαταραχή θα μπορούσε να οδηγήσει το δράκο να μετακινηθεί και να φύγει από το ανοιχτό πεδίο μπροστά από το βουνό όπου περνούσε τον περισσότερο χρόνο του. Ο νεαρός ικέτευσε τον βασιλιά να ανακαλέσει το τελευταίο τρένο, το οποίο επρόκειτο να φτάσει στον τερματικό σταθμό του βουνού πέντε λεπτά πριν από το χρόνο μηδέν. «Δεν μπορώ να το κάνω», είπε ο βασιλιάς, «Δεν μπορώ να πάρω το ρίσκο». «Αφού τα τρένα συχνά καθυστερούν πέντε λεπτά. Ο δράκος δεν θα το προσέξει! Σε παρακαλώ!» Ο νεαρός γονάτισε μπροστά στο βασιλιά, εκλιπαρώντας τον να σώσει τη ζωή του πατέρα του και των άλλων χιλιάδων επιβατών του τελευταίου τρένου. Ο βασιλιάς κοίταξε προς τα κάτω τον ικέτη νεαρό με το ματωμένο πρόσωπο. Αλλά δάγκωσε τα χείλη του και κούνησε το κεφάλι του αρνητικά. Ο νεαρός συνέχισε να ωρύεται ακόμα και όταν οι φρουροί τον μετέφεραν από την πλατφόρμα: «Σας παρακαλώ! Σταματήστε το τελευταίο τρένο! Σας παρακαλώ!» Ο βασιλιάς παρέμεινε σιωπηλός και ακίνητος, μέχρι που, μετά από λίγο, οι φωνές ξαφνικά χάθηκαν. Ο βασιλιάς κοίταξε ψηλά και κάρφωσε το βλέμμα του στο ρολόι αντίστροφης μέτρησης: απέμεναν πέντε λεπτά. Τέσσερα λεπτά. Τρία λεπτά. Δύο λεπτά. Ο τελευταίος τεχνικός απομακρύνθηκε από την πλατφόρμα εκτόξευσης. 30 δευτερόλεπτα. 20 δευτερόλεπτα. Δέκα, Εννιά, Οκτώ... Καθώς μια μπάλα φωτιάς περικύκλωνε την εξέδρα εκτόξευσης και ο πύραυλος εκτοξευόταν, οι θεατές ενστικτωδώς στάθηκαν στις μύτες των ποδιών τους καρφώνοντας τα μάτια τους στη λευκή φλόγα από τη μετάκαυση του πυραύλου που πλέον κατευθύνονταν προς το μακρινό βουνό. Ο κόσμος, ο βασιλιάς, φτωχοί και πλούσιοι, νέοι και γέροι, ήταν σαν εκείνη τη στιγμή να μοιράζονταν μια ενιαία συνείδηση, μια κοινή συναίσθηση: η λευκή φλόγα, ταξιδεύοντας στο σκοτάδι, ενσάρκωνε το ανθρώπινο πνεύμα, το φόβο και την ελπίδα του... καρφώνονταν στην καρδιά του κακού. Η σιλουέτα στον ορίζοντα παραπάτησε και έπεσε. Χιλιάδες φωνές αγνής χαράς ακούστηκαν από τις συγκεντρωμένες μάζες, ενώθηκαν δευτερόλεπτα αργότερα με τον εκκωφαντικό γδούπο από το καταρρέον τέρας σαν η ίδια η Γη να έβγαζε έναν αναστεναγμό ανακούφισης. Μετά από αιώνες καταπίεσης, η ανθρωπότητα επιτέλους ελευθερώθηκε από τη τυραννία του δράκου. Η κραυγή χαράς μετατράπηκε σε ένα ρυθμικό σύνθημα: «Ζήτω ο βασιλιάς! Ζήτω όλοι μας!» Οι σύμβουλοι του βασιλιά, όπως όλοι εκείνο το βράδυ, ήταν ευτυχισμένοι σαν μικρά παιδιά· αγκαλιάστηκαν και συνεχάρησαν τον βασιλιά: «Τα καταφέραμε! Τα καταφέραμε!» Ο βασιλιάς απάντησε με σπασμένη φωνή: «Ναι, τα καταφέραμε. Σήμερα σκοτώσαμε τον δράκο. Αλλά, γιατί ξεκινήσαμε τόσο αργά; Θα μπορούσαμε να το έχουμε κάνει πριν από πέντε, ίσως δέκα χρόνια! Εκατομμύρια άνθρωποι θα γλίτωναν τον θάνατο.» Ο βασιλιάς κατέβηκε από την αποβάθρα και πλησίασε τον νεαρό με χειροπέδες, ο οποίος καθόταν στο έδαφος. Εκεί έπεσε γονατιστός. «Συγχωρέσε με! Θεέ μου, σε παρακαλώ συγχωρέσε με!» Η βροχή άρχισε να πέφτει, σε μεγάλες, βαριές σταγόνες, μετατρέποντας το έδαφος σε λάσπη, βυθίζοντας τις μοβ ρόμπες του βασιλιά και διαλύοντας το αίμα στο πρόσωπο του νεαρού. «Λυπάμαι πολύ για τον πατέρα σου», είπε ο βασιλιάς. «Δεν φταις εσύ», απάντησε ο νεαρός άνδρας. «Θυμάσαι πριν δώδεκα χρόνια, το κλαψιάρικό αγόρι που ήθελε να φέρεις πίσω τη γιαγιά του – εγώ ήμουν. Δεν καταλάβαινα τότε ότι δεν μπορούσες να κάνεις αυτό που ζήτησα. Σήμερα ήθελα να σώσεις τον πατέρα μου. Αυτό ήταν αδύνατο, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο η εκτόξευση. Αλλά μου έσωσες τη ζωή, και της μητέρας μου και της αδερφής μου. Ποτέ δεν θα μπορέσουμε να σε ευχαριστήσουμε αρκετά γι' αυτό.» «Άκουσε τους», είπε ο βασιλιάς, δείχνοντας προς τα πλήθη. «Με επευφημούν για ό,τι συνέβη απόψε. Αλλά ο ήρωας είσαι εσύ. Εσύ φώναξες. Εσύ μας συσπείρωσες ενάντια στο κακό.» Ο βασιλιάς έκανε σήμα σε έναν φρουρό να έρθει και να ξεκλειδώσει τις χειροπέδες. «Πήγαινε τώρα στη μητέρα και την αδερφή σου. Εσείς και η οικογένειά σας θα είστε πάντα ευπρόσδεκτοι στο κάστρο, και ό,τι επιθυμείτε – αν είναι στο χέρι μου – θα το έχετε.» Ο νεαρός άνδρας έφυγε, και η βασιλική συνοδεία, συνωστισμένη στην νεροποντή, συγκεντρώθηκε γύρω από τον μονάρχη τους, ο οποίος ήταν ακόμα γονατιστός στη λάσπη. Ανακατεμένα με την φανταχτερή υψηλή ραπτική, η οποία καταστρεφόταν όλο και περισσότερο από τη βροχή, ένα μάτσο σκονισμένα πρόσωπα με ανάγλυφο ένα μείγμα χαράς, ανακούφισης και σαστίσματος. Τόσα πολλά είχαν αλλάξει μέσα στην τελευταία ώρα: το δικαίωμα σε ένα μη-πεπερασμένο μέλλον είχε ανακτηθεί, ένας αρχέγονος φόβος είχε αναιρεθεί και πολλές μακρόβιες πεποιθήσεις είχαν ανατραπεί. Αβέβαιοι τώρα για το τί απαιτούσε αυτή η άγνωστη κατάσταση, στέκονταν εκεί διστακτικά, σαν να διερευνούσαν αν το έδαφος εξακολουθούσε να «βαστάει», ανταλλάσσοντας ματιές, περιμένοντας κάποιο σημάδι. Τελικά, ο βασιλιάς σηκώθηκε, σκουπίζοντας τα χέρια του στα μπατζάκια του παντελονιού του. «Μεγαλειότατε, τι κάνουμε τώρα;» τόλμησε ο ανώτατος αυλικός. «Αγαπητοί μου φίλοι», είπε ο βασιλιάς, «έχουμε κάνει πολύ δρόμο... ωστόσο, το ταξίδι μας μόλις άρχισε. Το είδος μας είναι νέο σε αυτόν τον πλανήτη. Σήμερα είμαστε πάλι παιδιά. Το μέλλον είναι ανοιχτό μπροστά μας. Θα προχωρήσουμε σε αυτό και θα προσπαθήσουμε να τα πάμε καλύτερα από ό,τι στο παρελθόν. Έχουμε χρόνο τώρα – χρόνο για να κάνουμε τα πράγματα σωστά, χρόνο να μεγαλώσουμε, χρόνο να μάθουμε από τα λάθη μας, χρόνο για την αργή διαδικασία οικοδόμησης ενός καλύτερου κόσμου και χρόνο για να εγκατασταθούμε σε αυτόν. Απόψε, ας χτυπήσουν όλες οι καμπάνες στο βασίλειο μέχρι τα μεσάνυχτα, σε ανάμνηση των νεκρών προγόνων μας, και μετά τα μεσάνυχτα ας γιορτάσουμε μέχρι να ανατείλει ο ήλιος. Και τις επόμενες μέρες... Νομίζω πως θα πρέπει να κάνουμε μερική αναδιοργάνωση!»

  • * *

Ηθικό δίδαγμα Οι ιστορίες για τη γήρανση έχουν παραδοσιακά επικεντρωθεί στην ανάγκη για ένα αξιοπρεπές τέλος. Η λύση που προτείνονταν για το μειούμενο σφρίγος και τον επικείμενο θάνατο ήταν η παραίτηση σε συνδυασμό με το «κλείσιμο» των πρακτικών υποθέσεων και προσωπικών σχέσεων. Δεδομένου ότι δεν μπορούσε να γίνει τίποτα για την πρόληψη ή την καθυστέρηση της γήρανσης, αυτή η προσέγγιση είχε νόημα. Αντί να ανησυχούμε για το αναπόφευκτο, επιδιώκουμε την εσωτερική γαλήνη. Σήμερα η κατάσταση είναι διαφορετική. Ενώ εξακολουθούμε να στερούμαστε αποτελεσματικών και αποδεκτών μέσων για την επιβράδυνση της διαδικασίας γήρανσης [1], γνωρίζουμε πλέον ερευνητικές κατευθύνσεις που ενδέχεται να οδηγήσουν στην ανάπτυξη τέτοιων μέσων στο κοντινό μέλλον. Οι «θανατηφόρες» ιστορίες και ιδεολογίες, που συμβουλεύουν την παθητική αποδοχή, παύουν να είναι αβλαβείς πηγές παρηγοριάς. Παρεμποδίζουν σοβαρά την άμεση ανάληψη δράσης. Πολλοί διακεκριμένοι τεχνολόγοι και επιστήμονες υποστηρίζουν ότι θα γίνει εφικτή αρχικά η επιβράδυνση, και τελικά η ανάσχεση και η αντιστροφή της ανθρώπινης γήρανσης. [2] Επί του παρόντος, υπάρχει ασυμφωνία σε σχέση με το χρονικό ορίζοντα και τον τρόπο, ενώ δεν είναι καν γενικά κοινώς αποδεκτό ότι ο στόχος είναι εφικτός. Σε σχέση με τον μύθο (όπου ο δράκος αντιπροσωπεύει φυσικά τη γήρανση), είμαστε σε ένα στάδιο κάπου μεταξύ αυτού στο οποίο ο μοναχικός σοφός προέβλεψε τον τελικό θάνατο του δράκου και εκείνο στο οποίο οι ριζοσπαστικοί δρακολόγοι κατάφεραν να πείσουν τους συναδέλφους τους παρουσιάζοντας το συνθετικό υλικό που ήταν σκληρότερο από τις φολίδες του δράκου. Το ηθικό επιχείρημα που παρουσιάζει ο μύθος είναι απλό: Υπάρχουν προφανείς και επιτακτικοί ηθικοί λόγοι για τους ανθρώπους του μύθου να ξεφορτωθούν τον δράκο. Η κατάστασή μας όσον αφορά την ανθρώπινη γήρανση είναι αντίστοιχη και ηθικά ισομορφική με την κατάσταση των ανθρώπων του μύθου όσον αφορά τον δράκο. Ως εκ τούτου, υπάρχουν επιτακτικοί ηθικοί λόγοι για να απαλλαγούμε από την ανθρώπινη γήρανση. Το επιχείρημα δεν είναι υπέρ της παράτασης της διάρκειας ζωής ως αυτοσκοπού. Το να έχουμε περισσότερο χρόνο ως ασθενείς και αδύναμοι στο τέλος της ζωής θα ήταν ανώφελο. Το επιχείρημα είναι υπέρ του να παρατείνουμε, για όσο περισσότερο γίνεται, την ανθρώπινη υγεία. Επιβραδύνοντας ή σταματώντας τη γήρανση, το διάστημα κατά το οποίο ο άνθρωπος είναι υγιής θα παραταθεί. Τα άτομα θα είναι σε θέση να παραμείνουν υγιή, δυναμικά και παραγωγικά σε ηλικίες στις οποίες θα ήταν νεκρά σε διαφορετική περίπτωση. Εκτός από το γενικότερο ηθικό δίδαγμα, υπάρχουν ορισμένα πιο συγκεκριμένα μαθήματα: (1) Οι επαναλαμβανόμενες τραγωδίες γίνονται μέρος της ζωής, ένα στατιστικό. Στον μύθο, οι προσδοκίες των ανθρώπων προσαρμόστηκαν στην ύπαρξη του δράκου, σε βαθμό που πολλοί δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν πλέον την κακία του. Η γήρανση, επίσης, έχει γίνει ένα απλό «γεγονός της ζωής» – παρά το γεγονός ότι είναι η κύρια αιτία αμέτρητου ανθρώπινου πόνου και θανάτου. (2) Η στατική αντίληψη της τεχνολογίας. Οι άνθρωποι πίστεψαν ότι δεν θα ήταν ποτέ δυνατό να σκοτώσουν το δράκο επειδή όλες οι προσπάθειες στο παρελθόν είχαν αποτύχει. Δεν έλαβαν υπόψη τους την επιτάχυνση της τεχνολογικής προόδου. Μήπως αντίστοιχα υποτιμούμε τις πιθανότητες μιας θεραπείας για τη γήρανση; (3) Η διοίκηση έγινε αυτοσκοπός. Το ένα έβδομο της οικονομίας πήγαινε στη «διοίκηση δράκων» (που είναι επίσης το κλάσμα του ΑΕΠ της που οι ΗΠΑ δαπανούν για την υγειονομική περίθαλψη). Ο περιορισμός των ζημιών μετατράπηκε σε αποκλειστικό σκοπό κάνοντας τους ανθρώπους να ξεχάσουν την υποκείμενη αιτία. Αντί για ένα τεράστιο ερευνητικό πρόγραμμα, με δημόσια χρηματοδότηση, για να σταματήσουμε τη γήρανση, δαπανούμε σχεδόν ολόκληρο τον προϋπολογισμό μας για την υγεία στην υγειονομική περίθαλψη και στην έρευνα μεμονωμένων ασθενειών. (4) Το «κοινό καλό» έπαψε να είναι καλό για τους ανθρώπους. Οι σύμβουλοι του βασιλιά ανησυχούσαν για τα πιθανά κοινωνικά προβλήματα που θα μπορούσαν να προκληθούν από τους δρακομάχους. Είπαν ότι δεν προέβλεπαν κάποιο κοινωνικό όφελος από το θάνατο του δράκου. Όμως η κοινωνική ειρήνη προσβλέπει στο καλό τον ανθρώπων, και είναι γενικά καλό για τους ανθρώπους το να μην χάνουν τη ζωή τους. (5) Η έλλειψη αναλογικότητας. Μια τίγρη σκότωσε έναν αγρότη. Μια ομάδα κροταλιών μαστίζει ένα χωριό. Ο βασιλιάς έλυσε το πρόβλημα με την τίγρη και τους κροταλίες, και έτσι προσέφερε στο λαό του. Ωστόσο, ήταν υπόλογος, επειδή είχε αξιολογήσει τις προτεραιότητες του λανθασμένα. (6) Πομπώδεις εκφράσεις και κούφια ρητορική. Ο σύμβουλος του βασιλιά σε θέματα ηθικής μίλησε εύγλωττα για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την καθορισμένη από το είδος φύση μας, με εκφράσεις που βρίσκουμε, κυρίως αυτολεξεί, στους σύγχρονους του. [3] Ωστόσο, αυτή η ρητορική ήταν ένα προπέτασμα καπνού που έκρυβε αντί να αποκαλύπτει την ηθική πραγματικότητα. Αντίθετα, η άτσαλη αλλά αληθινή μαρτυρία του αγοριού, δείχνει την ουσία του θέματος: ο δράκος είναι κακός· καταστρέφει τους ανθρώπους. Αυτή είναι και η βασική αλήθεια για την ανθρώπινη γήρανση. (7) Μη-αντίληψη του επείγοντος. Ακόμη και αργά στην ιστορία, κανείς δεν είχε συνειδητοποιήσει πλήρως το διακύβευμα. Μόνο καθώς ο βασιλιάς αντίκριζε το ματωμένο πρόσωπο του ικέτη νεαρού, γίνεται όντως αντιληπτή η έκταση της τραγωδίας. Η αναζήτηση θεραπείας για τη γήρανση δεν είναι απλά κάτι όμορφο με το οποίο θα πρέπει να ασχοληθούμε κάποια μέρα. Είναι μια επείγουσα, κραυγαλέα ηθική επιταγή. Όσο πιο γρήγορα ξεκινήσουμε ένα εστιασμένο ερευνητικό πρόγραμμα, τόσο πιο γρήγορα θα έχουμε αποτελέσματα. Έχει σημασία αν βρεθεί η θεραπεία σε 25 αντί για 24 χρόνια: περισσότεροι άνθρωποι από ολόκληρο τον πληθυσμό του Καναδά θα πέθαιναν. Στο ζήτημα αυτό, ο χρόνος ισούται με τη ζωή, με ρυθμό περίπου 70 ζωών ανά λεπτό. Με τον μετρητή να χτυπάει με ένα τόσο φρενήρη ρυθμό, θα πρέπει να σταματήσουμε να χρονοτριβούμε. (8) «Και τις επόμενες μέρες... Νομίζω πως θα πρέπει να κάνουμε μερική αναδιοργάνωση!». Ο βασιλιάς και ο λαός του θα αντιμετωπίσουν κάποιες μεγάλες προκλήσεις όταν ανακάμψουν από τον εορτασμό τους. Η κοινωνία τους είναι τόσο ρυθμισμένη και παραμορφωμένη από την παρουσία του δράκου που τώρα δημιουργήθηκε ένα τρομακτικό κενό. Θα πρέπει να εργαστούν δημιουργικά, τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, για να αναπτύξουν συνθήκες που θα κρατήσουν τη ζωή ακμάζουσα, δυναμική και ουσιαστική πέρα από το μέχρι τώρα προσδόκιμο ζωής. Ευτυχώς, το ανθρώπινο πνεύμα προσαρμόζεται. Ένα άλλο ζήτημα που μπορεί τελικά να αντιμετωπίσουν είναι ο υπερπληθυσμός. Ίσως οι άνθρωποι θα πρέπει να μάθουν να κάνουν και λιγότερα παιδιά αργότερα στη ζωή. Ίσως μπορέσουν να βρουν τρόπους να διατηρήσουν έναν μεγαλύτερο πληθυσμό αναπτύσσοντας πιο αποτελεσματική τεχνολογία. Ίσως μια μέρα αναπτύξουν διαστημόπλοια και αρχίσουν να αποικούν το σύμπαν. Προς το παρόν, μπορούμε να αφήσουμε τους μακρόβιους μύθους και να καταπιαστούμε με αυτές τις νέες προκλήσεις, ενώ προσπαθούμε να προοδεύσουμε στη δική μας περιπέτεια. [4]


[1] Ο περιορισμός θερμίδων (διατροφή χαμηλή σε θερμίδες αλλά υψηλή σε θρεπτικά συστατικά) παρατείνει τη διάρκεια ζωής και καθυστερεί την εμφάνιση ασθενειών που σχετίζονται με την ηλικία σε όσα είδη ζωής έχει δοκιμαστεί. Τα αρχικά αποτελέσματα από μια, σε εξέλιξη, μελέτη στους μακάκους ρέζους και τους σκιουροπιθήκους δείχνουν παρόμοια αποτελέσματα. Είναι πολύ πιθανό πως ο περιορισμός των θερμίδων θα λειτουργούσε και για το δικό μας είδος. Λίγοι άνθρωποι, ωστόσο, θα ήταν πρόθυμοι να περάσουν μια δίαιτα πείνας δια βίου. Ορισμένοι ερευνητές αναζητούν υποκατάστατα περιορισμού θερμίδων – ενώσεις που έχουν τις επιθυμητές επιδράσεις της μειωμένης θερμιδικής πρόσληψης χωρίς να χρειάζεται να πεινάμε. (Βλέπε π.χ. Lane, M. et al. (1999) "Nutritional modulation of aging in nonhuman primates", J. Nutr. Health & Aging, 3(2): 69-76.) [2] Μια πρόσφατη ανεπίσημη δημοσκόπηση στο 10ο συνέδριο της διεθνούς ένωσης βιοϊατρικής (10th Congress of the International Association of Biomedical Gerontology) γεροντολογίας αποκάλυψε ότι η πλειοψηφία των συμμετεχόντων θεωρούσε είτε «πιθανό» είτε «όχι-απίθανο» η οργανική αναζωογόνηση μεσηλίκων ποντικών να είναι δυνατή μέσα σε 10-20 έτη (de Grey, A. (2004), "Report of open discussion on the future of life extension research," (Annals NY Acad. Sci., 1019, in press)). Βλέπε επίσης π.χ. de Grey, A., B. Ames, et al. (2002) "Time to talk SENS: critiquing the immutability of human aging," Increasing Healthy Life Span: Conventional Measures and Slowing the Innate Aging Process: Ninth Congress of the International Association of Biomedical Gerontology, ed. D. Harman (Annals NY Acad. Sci. 959: 452-462); and Freitas Jr., R. A., Nanomedicine, Vol. 1 (Landes Bioscience: Georgetown, TX, 1999). [3] Βλέπε, e.g. Kass, L. (2003) "Ageless Bodies, Happy Souls: Biotechnology and the Pursuit of Perfection", The New Atlantis, 1. [4] Είμαι ευγνώμων σε πολλούς ανθρώπους για τα σχόλια τους στις πρώιμες εκδόσεις του κειμένου, συμπεριλαμβανομένων ιδιαίτερα των Heather Bradshaw, Roger Crisp, Aubrey de Grey, Katrien Devolder, Joel Garreau, John Harris, Andrea Landfried, Toby Ord, Susan Rogers, Julian Savulescu, Ian Watson, and Kip Werking. Είμαι επίσης πολύ ευγνώμων στους Adi Berman, Pierino Forno, Didier Coeurnelle και άλλους που έχουν μεταφράσει τον μύθο σε άλλες γλώσσες, και σε όλους όσους βοήθησαν στη διάδοση του ή παρείχαν ενθάρρυνση. Σας ευχαριστώ!